Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που παρουσίασε ο γερμανικός όμιλος μέσων ενημέρωσης RND, οι Γερμανοί εργάστηκαν λιγότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 36,4 ωρών μένοντας πίσω και από άλλους νοτιοευρωπαίους που έχουν χαρακτηριστεί ως τεμπέληδες από τους Γερμανούς γείτονες τους. Σύμφωνα με την απάντηση του γερμανικού υπουργείου Εργασίας σε ερώτηση που είχε καταθέσει το κόμμα Die Linke, ο μέσος όρος των ωρών εργασίας ανά εβδομάδα στη Γερμανία το 2017 ήταν 34,9 ώρες βάσει των επίσημων στοιχείων. Πιο συγκεκριμένα οι ώρες εργασίας κάθε χώρας είναι: Ολλανδία (31,8 ώρες) και η Δανία (33,8 ώρες) είναι οι μοναδικές δύο άλλες χώρες της ΕΕ με λιγότερες ώρες εργασίας ανά εβδομάδα συγκριτικά με τη Γερμανία. Αντίθετα, οι Πολωνοί (39,4 ώρες), οι Βούλγαροι (40 ώρες) και οι Έλληνες (40,7 ώρες) περνούν κατά μέσο όρο πολύ περισσότερο χρόνο στη δουλειά τους κάθε εβδομάδα. Τα ευρήματα προσέρχονται από ανάλυση των στοιχείων της Eurostat που πραγματοποίησε το υπουργείο Εργασίας. Μιλώντας την Δευτέρα στο πρακτορείο Xinhua, ο Μαρκ Φάλακ από το Ινστιτούτο Οικονομικών της Εργασίας (Institute of Labor Economics-IZA) στη Βόννη εξήγησε ότι η παρατηρούμενη μείωση στον μέσο όρο των ωρών εργασίας στη Γερμανία αντανακλά εν μέρει το αυξανόμενο ποσοστό απασχόλησης μεταξύ των γυναικών, που είναι πιθανότερο να εργαστούν με μερική απασχόληση. «Η Γερμανία μετατοπίζεται –πολύ αργότερα απ’ ό,τι οι σκανδιναβικές χώρες ή η Ολλανδία– από τα νοικοκυριά με έναν μισθό σε έναν πιο ισότιμο διαχωρισμό της εργασίας, αλλά και πάλι είναι μάλλον απίθανο και οι δύο σύντροφοι να έχουν πλήρη απασχόληση», δήλωσε ο Φάλακ. Αν και οι Γερμανοί εργαζόμενοι στατιστικά απολαμβάνουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο σε σχέση με τους κατοίκους των υπόλοιπων –εκτός από δύο- ευρωπαϊκών χωρών, το υπουργείο Εργασίας τόνισε ότι η παραγωγικότητά τους παραμένει 27 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σχολιάζοντας την απάντηση του υπουργείου, η βουλευτής του Die Linke Τζέσικα Τάτι δήλωσε στο RND ότι τα ευρήματα καταδεικνύουν πως οι λιγότερες ώρες καθιστούν πιο παραγωγική την εργασία. Υποστήριξε ότι οι περισσότερες ώρες «αυξάνουν τον κίνδυνο λαθών και ατυχημάτων και επιβαρύνουν μακροπρόθεσμα την υγεία των εργαζομένων». «Αυτό δεν είναι ούτε προς το συμφέρον των εργαζομένων, ούτε μπορεί να θεωρηθεί λογικό από την πλευρά των εργοδοτών», δήλωσε η Τάτι.
↧