Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΧΘΕΣ!!! ΣΗΜΕΡΑ??? "
Σε μια εποχή όπου όλα αμφισβητούνται, που οι ανάγκες και οι απαιτήσεις μεταβάλλονται με ταχύτητα φωτός, που ήθη και έθιμα ξεριζώνονται, που θεσμοί κλονίζονται, ήταν φυσικό και ο θεσμός της οικογένειας να υποστεί τον δικό του σεισμό.
Είναι όμως πράγματι ετοιμόρροπο το λίκνο της οικογενειακής εστίας?
Αυτό το κοινωνικό κύτταρο που απ΄την γέννησή μας κουβαλούμε, σωριάστηκε συθέμελα, ή έπαθε μόνο μικρές ρωγμές κι αιμορραγεί?
Γιατί οι γεροντότεροι με νοσταλγία αναφέρονται στην αίγλη της παλιάς εκείνης οικογένειας?
Τότε, που ο πάτερ φαμίλιας, ως αρχηγός της οικογένειας, απαιτούσε από τα μέλη της,
Υποταγή, Εκτίμηση και Σεβασμό!
Και με τα ηνία στα στιβαρά στα χέρια , όλα τα ήθη και τα έθιμα τηρούσε αυστηρά!
‘Ετσι, οι μετρημένες κοινωνικές ανάγκες της φαμίλιας, οι μηδαμινές απαιτήσεις για ψυχαγωγία, η τέλεια υπακοή των παιδιών στην οικογενειακή εστία, έδιναν στα μέλη την ευκαιρία,
στο Γελαστό Τραπέζι,
την Μεταλαβιά να Κοινωνούν
και την Ευτυχία της Συντροφικότητας να απολαμβάνουν!
Κι η μοναξιά?
Στην απομόνωση της εξορίας να προσμένει.
Αγκαλιά με την κατάθλιψη,
την θαλπωρή της οικογένειας
να φθονεί φαρμακωμένη!
Σήμερα??? Τί απ΄όλα αυτά έχει απομείνει?
Η γυναίκα, που επιτέλους κατάφερε από του ΣΚΟΤΑΔΙΣΜΟΎ την υποδούλωση να δραπετεύσει, στην βιοπάλη όρμησε, να αγωνιστεί να απαιτήσει.
Και ο πατέρας, που ολημερίς στην δίνη των υποχρεώσεων βολοδέρνει, τώρα, μοιράζεται το βέτο με την άξια σύντροφό του!
Μα σε ποιον να το εξασκήσουν? Στα παιδιά? Αυτά απόκτησαν τα δικά τους δικαιώματα και τις απαιτήσεις τους μέσα στο ρεύμα της προόδου!!!
Πού χρόνος για καθολική συγκέντρωση, στου μεσημεριανού την ιεροτελεστία? Άλλο το ωράριο της μάνας, συνεχές του πατέρα, η συνάντηση συχνά στο ασανσέρ.
Το βράδυ, κατάκοποι σαν γυρίσουν όλοι από τις δουλειές, γραμμή στην προσωπική του τηλεόραση ο καθένας κι οι υπόλοιποι, στο μεθυστικό ψέκασμα του fb!
To στόμα, αεροστεγώς κλειστό. Ανοίγει μονάχα για κανένα γαριδάκι με αναψυκτικό. Πού και πού, την νεκρική σιωπή ξυπνά , κάποια κουβέντα του αέρα.
-Τι νέα σήμερα?
Μα απάντηση καμία. Το σήριαλ έχει πολύ ενδιαφέρον και τα λάικ, τα σχόλια κι οι αποκλεισμοί,
στην αποξένωση κάνουν συντροφιά…
Δώδεκα παρά πέντε…για τα νιάτα, η νυχτερινή ζωή τώρα αρχίζει…με το μπουφάν στους ώμους...
''έφυγαααα''
απ΄την εξώπορτα φωνάζουν.
Μα να απαντήσει... ποιος?
Ο μπαμπάς αποκοιμήθηκε και τρέχει η έρμη μάνα… απ΄την κατσαρόλα στο πλυντήριο, στο άπλωμα, στο σίδηρο, για να προλάβει χαράματα και κάτι, να λούσει και μαλλί…αύριο πάλι στον κάματο με την αυγή.
Κι αλίμονο, αν αρχίσει και της Αγάπης το καντήλι, αργά, αργά να τρεμοσβήνει. Τα κεραμίδια σωριάζονται στη γη κι η στέγη παραχωρεί τη θέση της, στ΄ουρανού το έλεος.
Σωτήρια λύση το διαζύγιο που με το βούρδουλα στο χέρι, τα έρμαια του πολιτισμού ζευγάρια, δίχως λύπη μαστιγώνει.
Με μια ευχή θα κλείσουμε.
Όσοι τη Θέρμη της Οικογένειας έχουμε αισθανθεί, ας γίνουμε με την Ψυχική μας Υγεία και την Πνευματική μας Αντοχή, Φωτεινά παραδείγματα σε όσους την στερήθηκαν.
Όχι. Η οικογένεια δεν χάθηκε, δεν πρέπει να ξεκληριστεί.
Στην Ιερή Κοιτίδα της
Άσβηστη τη λαμπάδα της πρέπει να κρατήσουμε!
Και με τη φλόγα της,
σαν ΑΓΑΠΗΣ λιβάνισμα,
στο Βωμό της Φαμίλιας μας να Γονατίσουμε!!!
«συρραφή αποσπασμάτων άρθρου της Μάριον Μίντση , δημοσιευμένο σε βιβλίο της και Λογοτεχνικά περιοδικά»
"ΤΟ ΕΓΩ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ!!! "
ΘΕΟΦΙΛΟΣ "Η Ερωτευμένη απελπισθείσα "
Τώρα το ξέρω καλά. ''Είναι κοντά στην κόλαση του παραδείσου η θύρα,''γιατί η
αγάπη είναι το μαράζι που ταλανίζει την ψυχή μας.
Πόνος, μέχρι να μεγαλουργήσει και οδύνη σαν τη χάσεις, μέσα απ΄τον εγωϊσμό.
Πως να συνυπάρξουν; Το γινάτι, κρατάει στα χέρια του σουγιά κι η αγάπη περιστέρι!
Κι ήταν τόσο απλό. Με μια καλωσυνάτη ματιά, να χαρίσουμε στον
άλλο τη συγνώμη.Μα αντί γι΄αυτήν, έρχεται δίψα ακόρεστη, φαρμακερή να σου
σφραγίσει τα χείλη, τη στιγμή που είσαι έτοιμος να πεις...
Στάσου, μη φύγεις, σ΄αγαπώ!
Τι να έφταιξε όμως; Ποιος με εξαπάτησε τόσο ασύστολα και πονηρά;
Ναι, να τώρα το θυμάμαι πολύ καλά. Ηρθαν το πείσμα και ο εγωϊσμός και μου υποσχέθηκαν
τη χαρά της εκδίκησης, αν έπαιζαν στα συναισθήματά μου, τον πρώτο ρόλο.
Το πείσμα, μου ορκίστηκε ότι είναι δυνατότερο από τον χτύπο της καρδιάς.
Κι ο εγωϊσμός, μου έταξε μια γλύκα πιο μεγάλη απ΄την ανωτερότητα της συγχώρεσης και της συγνώμης.
Ετσι, κατάπια αβασάνιστα το δόλωμα, για να μείνω ασυντρόφευτη, απ΄ό,τι πολύ
αγαπούσα στη ζωή μου, ενώ ο σαρκοβόρος νικητής, με κοιτούσε ειρωνικά.
Ήθελα να σε δοκιμάσω
''ΕΡΩΤΕΥΜΈΝΗ ΑΠΕΛΠΙΣΘΕΙΣΑ''αν είσαι άξια για τα
Μεγάλα Μεγέθη της Καρδιάς! Κι εσύ απέδειξες ότι είσαι γεννημένη για την μιζέρια της μικροψυχιάς.
Θάψε το πέπλο της κακομοιριάς. Στήσε την αξιοπρέπεια στο βάθρο, εκεί ψηλά
και θυμήσου την επόμενη τουλάχιστον φορά, ότι...
Εγωϊσμός κι Αγάπη, δεν χωράνε στης καρδιάς σου την Μεταλαβιά!!
«Για ποιον έρωτα;»
-Για ποιον έρωτα καλή μου μέρα νύχτα γράφεις; Για ποια φιλία, ολημερίς τις λέξεις τυραννάς;
Για μένα, πότε θε να γράψεις, φώναξε τρεμάμενα μια γηραιά κυρία. Ένα μπαστούνι στα άπνοα χέρια της κρατά, ενώ πίσσα και καυσαέρια στάζουν τα τσιμεντένια της μαλλιά.
Μια απόπνοια βαριά κι η λέπρα στο κορμί της, μου φέρνουν με μιας λιποθυμιά.
-Σήκω να δεις τα χάλια μου, το κατάντημά μου ν΄αντικρύσεις.
Ψάχνω στο βαριά ρυτιδωμένο πρόσωπο, να αναγνωρίσω τη μορφή της.
Δυσκολεύομαι. Τα μάτια της σχεδόν τυφλά, ενώ βαλτώδεις θάλασσες, ξεχύνονται μέσα από τα δάκρυά της.
Μα ξάφνου, ανάμεσα από δυο πτυχές της ζαρωμένης σάρκας, διακρίνω το όνομά της. ΦΥΣΗ.
Πόσο ντρέπομαι! Κρύβω με τα δυο μου χέρια το πρόσωπό μου να μην δει.
Αυτή η μοσχοβολημένη αρχόντισσα, της πλάσης η Μαντόνα, πώς κατάντησε χτικιό της γεννετήσιας φύσης;
Μαντεύει ως φαίνεται την κραυγή της σιωπής μου, ρίχνει τ΄ανάθεμα και με γυρισμένες τις πλάτες της, γρυλλίζει:
-Όχι, δεν ήρθα εδώ το εγκώμιό μου να εκλιπαρήσω.
Είναι πολύ αργά να δείξετε την ευγνωμοσύνη σας για μένα, αφού με το κώνειο της αχαριστίας ποτίσατε εμένα. Ζαλίζομαι, με πιάνει παραζάλη, όταν…
Όταν ένας λιποτάκτης της Ειρήνης, υποκλίνεται μπροστά μου.
Πύρινες φλόγες τα μαλλιά του, μπαρουτιασμένο το κορμί και στα πανώρια χέρια του, οι φανατισμένες σειρήνες του θανάτου.
-Ήρθε η ώρα να διαλέξεις Δεσποσύνη! Εγώ είμαι της γης ο ισχυρός ηγέτης. Για μένανε θα γράψεις. Είμαι ο πόλεμος, ιδού τα λάφυρά μου.
Σκύβω να ανιχνεύσω του σφαγιασμού το μίσος.
Τη δυσωδία της Αλαζονείας του, ν΄αφουγκραστώ.
Μια ρακοντυμμένη μάνα, σέρνεται κατάχαμα στο χώμα. Ξερό πηγάδι το βυζί της, στάζει αίμα στου ετοιμοθάνατου σπλάχνου της το στόμα.
Πιο κει, στοίβες ψυχών, τα λείψανα της παραφροσύνης των τρελών, με ματωμένες ιαχές στο στερνό αντίο.
Νικητές και ηττημένοι με την ρομφαία του μηδενισμού αφανισμένοι.
Τα μεγάλα πιόνια της Παγκόσμιας ντροπής.
Ανθρωποειδή χωρίς ταυτότητα.
Άνθρωποι χωρίς ελπίδα.
Κι εκεί, στου σκοταδισμού την αφροσύνη, μια μελωδία χερουβική, τινάζει απρόσμενα τη φρικαλέα εικόνα στον αέρα.
Μια Ουρανόφερτη παρθένα, της θλίψης Θεραπεύτρα,
της εξιλέωσης το Αγίασμα, στέκει περήφανα εκεί.
Στη θεϊκιά της ομορφιά, οι αιμοχαρείς ανθρωποφάγοι, ντροπιάστηκαν με μιας. Γονάτισαν στο χώμα και με της αδελφοσύνης το φιλί, έδωσαν τα χέρια!
Άξιααααα!!! φωνάζουνε. Τη ραίνουνε με κρίνα. Τα μύρα ρίχνουν στης μεταλαβιάς το όραμα και στ΄αγαλματένια στήθια,
της Ειρήνης την κορδέλα!
Είναι η ΑΓΑΠΗ!!!
Μια οπτασία θεόμορφη, η Ιέρεια της πλάσης! Απ΄τον πανώριο της ναό, χαμογελά και τα ωσαννά της ψάλλει.
-Φτάνει καλή μου απόκαμες. Τα λόγια σου αντίδωρο, θρησκεία η ματιά σου. Προσκυνητάρι η μορφή, πανάκεια τα δάκρυά σου!
Τούτη την θεία ώρα, κάτω απ΄του σταυρού σου την Ανάσταση, όλοι εμείς οι αμαρτωλοί, τάμα βαρύ σου κάνουμε.
Πως στην δική σου χάρη Παντάνασσα, βιβλία ολάκαιρα θα γράψουμε. Και μέσα από τις μυρωμένες σελίδες τις ατέλειωτες, ο πόλεμος κι η ελευθερία, ο έρωτας κι η θρησκεία, η φύση κι η φιλία,
Εσένα θα υμνούν και με φωνή καθάρια θα βροντοφωνούν!
Λατρέψτε την ΑΓΑΠΗ!!!
Δείτε περισσότερα άρθρα της στην σελίδα της Marion Mintsi και το
Λογοτεχνικό της Σαλόνι::
Λογοτεχνικό της Σαλόνι::
Η Μάριον Μίντσι
ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΣΑΛΟΝΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΟΝ ΜΙΝΤΣΗ