Σήμερα το βράδυ ,παρουσιάζεται το νέο βιβλίο του κου Νίκου Ψιλάκη με τον τίτλο: «Πολυφίλητη» από τις εκδόσεις Καρμάνωρ.
Για το βιβλίο θα μιλήσουν:
Ο κος Νίκος Γιγουρτάκης, ιστορικός – αρχαιολόγος.
Η κα Γεωργία Καρβουνάκη, ξεναγός.
Ο κος Νίκος Ψιλάκης
θα αναφερθεί στη σχέση λογοτεχνίας και ιστορίας, παρουσιάζοντας τα δομικά υλικά τα οποία συνθέτουν την "ΠΟΛΥΦΙΛΗΤΗ".
Θα συντονίσει ο Γιώργος Νικολακάκης, καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Αποσπάσματα θα διαβάσει η Έφη Ψιλάκη, αρχαιολόγος.
Το βιβλίο αναφέρεται στην Κρήτη του 17ου αιώνα και διαλέγεται με τα μικρά και τα μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν όχι μόνο την κρητική αλλά και την ευρωπαϊκή ιστορία. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται στα χρόνια του Κρητικού Πολέμου και παρακολουθεί τις ζωές των ανθρώπων, την καθημερινότητα όλων αυτών που αναγκάζονται να ζήσουν κάτω από ακραίες συνθήκες χωρίς επαρκή υλικά αγαθά και συχνά χωρίς ελπίδα.
Αν και αναφέρεται σε μια πολύχρονη πολιορκία, με τα κανόνια των πολιορκητών να σημαδεύουν την περίκλειστη πόλη, οι ήρωες διαπιστώνουν πως ο μεγαλύτερος πολιορκητής τους λέγεται φόβος! Κι ένας απ'αυτούς σημειώνει στο καδέρνο του, το τετράδιο όπου καταγράφει γεγονότα και συναισθήματα, πως «τις πιο γερές φυλακές δεν τις χτίζουν με φθαρτά υλικά, με τον φόβο τις χτίζουν». Διαχρονικές διαπιστώσεις που ταιριάζουν σε κάθε εποχή καθώς οι εξουσίες χρησιμοποιούν την απειλή και τον φόβο για να πετύχουν τους στόχους τους.
Η ιστορία εκτυλίσσεται στον Χάνδακα, πρωτεύουσα του ενετικού «Βασιλείου της Κρήτης», την πόλη που γνώρισε τη μεγαλύτερη πολιορκία της ιστορίας. Ήταν άνοιξη του 1647 όταν έφτασαν έξω από τα τείχη της τα οθωμανικά στρατεύματα, τα οποία είχαν ήδη καταλάβει δυο πόλεις κι ολόκληρη σχεδόν την ενδοχώρα. Ο ασφυκτικός κλοιός της έμελλε να κρατήσει σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα, μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1669.
Μια νέα γυναίκα, μ’ ένα νόθο βρέφος στην αγκαλιά, περπατά για ώρες πολλές σε άγνωστα μονοπάτια και τελικά προλαβαίνει να κλειστεί στην πόλη λίγο πριν αρχίσει η μεγάλη πολιορκία. Το επόμενο βράδυ το αφήνει έκθετο στα σκαλιά του Αγίου Σαλβαδόρου και κλείνεται στη μοναξιά της προσπαθώντας να επιβιώσει σ’ έναν κόσμο που δεν τη χωρούσε. Κοιμάται σε χαλάσματα και σε ξενώνες, γίνεται τροφός ενός ορφανού κοριτσιού και τελικά καταλήγει σε μιαν ακρινή γειτονιά του Κάστρου, όπου ζει όλα τα χρόνια της πολιορκίας. Εκεί συναντά ένα ψηφιδωτό ανθρώπων που ο καθένας βιώνει την πολιορκία με τον δικό του τρόπο. Άλλοι συμβιβάζονται με τη μοίρα τους, άλλοι αναζητούν διεξόδους και άλλοι επιβιβάζονται σε γαλέρες και φεύγουν. Οι αφηγήσεις των ηρώων ζωντανεύουν ολόκληρη την περίοδο του μεγάλου πολέμου, με τις μεγάλες πόλεις, τα Χανιά και το Ρέθυμνο, να πέφτουν στα χέρια του καινούργιου κατακτητή, με την πανούκλα να μην κάνει διακρίσεις ανάμεσα σε επιτιθέμενους κι αμυνόμενους.
Στην πολιορκημένη πόλη συνωστίζονται μισθοφόροι από διάφορες περιοχές της Ευρώπης, πρόσφυγες από τις άλλες πόλεις της Κρήτης, στρατιώτες, αυτόμολοι... Έρωτες που αναζωπυρώνονται, πάθη που επανέρχονται, κοινωνικές συμβάσεις που διατηρούνται ακόμη και μέσα σε σκληρές συνθήκες πολέμου. Και, βέβαια, παιδιά. Που γεννιούνται, μεγαλώνουν, φτάνουν στα 23 τους χρόνια, χωρίς να έχουν βγει από τα τείχη, χωρίς να έχουν δει ποτέ βουνά, κάμπους, έχοντας καταγράψει στη μνήμη τους μόνο καμπάνες συναγερμού και κρότους από μπομπάρδες.
Η βασική πρωταγωνίστρια του έργου βρίσκεται μπροστά σε ποικίλες προκλήσεις. Προσπαθεί να προσαρμόσει τη ζωή της στις πρωτόγνωρες συνθήκες που διαμορφώνονται κάθε μέρα, να διαχειριστεί το παρελθόν που βρίσκεται κάθε στιγμή μπροστά της και να ξεκαθαρίσει τις σχέσεις με τους ανθρώπους που σημάδεψαν τη ζωή της. Ο μεγάλος της έρωτας, χαμένος στις άδηλες διαδρομές των συναισθημάτων, επανέρχεται σε κάθε στιγμή, άλλοτε ως μνήμη και άλλοτε ως ελπίδα.
Το εξώφυλλο του βιβλίου κοσμεί ένας υπέροχος πίνακας του ζωγράφου Μανώλη Σαριδάκη, φιλοτεχνημένος ειδικά για την «Πολυφίλητη».