Aν την απλότητα δεν είχες, πως σ’εσένα
θα συνέβαινε ό,τι τώρα φωτίζει την νύχτα ;
Ο Θεός δες , που πάνω από νεφέλες οργιζόταν
μαλακώνει κι έρχεται , μέσα σου , στον κόσμο .
Τον φαντάστηκες τάχα πιο μεγάλον ;
Μέγεθος τί είναι; Δύναμη μέσα απ’ όλα τα μέτρα ,
που ξεπερνώντας τα ,την ίδια της ακολουθεί κλήρα .
Δρόμο παρόμοιο δεν έχει ουδέ κι αστέρι
Βλέπεις ; οι βασιλιάδες τούτοι είναι μεγάλοι
και σου φέρνουνε προς τα γόνατα σου
θησαυρούς που μεγίστους τους θεωρούσαν
κι εσύ εκπλήσσεσαι , ίσως μπρος σε σωρόν τέτοιον
μα μια ματιά , μες στου μανδύα σου τις πτυχώσεις
ρίξε όπου Εκείνος , τα ξεπέρασε όλα κιόλας
το κεχριμπάρι που μακριά το ταξιδεύουν
κάθε χρυσαφικό και κάθε μύρο
που φευγαλέα την αίσθησην υγραίνει
γρήγορη συντομία , τά’πλασεν όλα τούτα
και στο τέλος , κανείς το μετανοιώνει
Αλλά (θα δεις): Αυτός , νοιώθει ευφροσύνη .