Μια και σήμερα είναι η Παγκόσμια ημέρα των εκπαιδευτικών, αναρτώ στο ιστολόγιό μου ένα λυρικό και ταυτόχρονα γεμάτο πάθος ποίημα της βραβευμένης με Νόμπελ Χιλιανής ποιήτριας Γκαμπριέλας Μιστράλ, που ξυπνά συναισθήματα σεβασμού για τις εξαίρετες εκείνες δασκάλες και δασκάλους που πέρασαν από τη ζωή μας και άφησαν την σφραγίδα τους ανεξίτηλη μέσα μας.
Είναι οι άνθρωποι που μας δίδαξαν ευγένεια, ήθος, αξιοπρέπεια και μας σημάδεψαν, γιατί αναγνώρισαν την αυθεντική μας φλόγα, γιατί μας ενθάρρυναν να πατήσουμε στα πόδια μας και να βρούμε τη δική μας θέση στον ήλιο, γιατί έκαναν τη δουλειά τους με ζήλο και αφοσίωση όποιες κι αν ήταν οι τότε δυσκολίες.
Μακάρι αυτή την προσευχή να λέγεται από κάθε εκπαιδευτικό και μάλιστα από εκείνους που παίρνουν την Πρώτη Τάξη Δημοτικού, την τόση εύπλαστη ηλικία, που αν γνώριζαν πως στα χέρια τους κρατούν τις πιο αγνές και αθώες ψυχούλες με ζήλο, με όρεξη, με θέληση και ενδιαφέρον για ζωή, που αν κοιτάξουν με το βλέμμα της άνευ όρων Αγάπης το κάθε παιδί και αυριανό ενήλικα, μπορούν να δουν τα ταλέντα του, που του χάρισε ο Δημιουργός και να γίνει κάθε παιδί ένα ΘΑΥΜΑ!!!!
Καλή ανάγνωση σε όλους σας!!!
Ρένα Τζωράκη©
«Η προσευχή της δασκάλας» της Γκαμπριέλα Μιστράλ
Θεέ μου, Εσύ που δίδαξες, συγχώρα με που διδάσκω
που φέρω την ιδιότητα του δασκάλου,
που Εσύ έφερες όταν ήσουν στη γη.
Δώσε μου μοναδική αγάπη για το σχολειό μου
τόση που, όσες κι αν είναι οι δυσκολίες, να μην μπορούν
να κλέψουν την τρυφεράδα απ’ τις στιγμές που ζω.
Δάσκαλε, κάνε ακατάπαυστο τον ενθουσιασμό μου
και περαστική την απογοήτευση.
Βγάλε από μέσα μου αυτόν τον ανομολόγητο πόθο
για ικανοποίηση που εξακολουθεί να με ταράζει,
το γελοίο απομεινάρι της δυσφορίας
που νιώθω όταν με πληγώνουν.
Να μην πονάει η αδιαφορία και να μην θλίβομαι
για τη λήθη αυτών που μας δίδαξαν.
Κάνε με να είμαι πιο μάνα από τις μάνες,
για να μπορέσω ν’ αγαπήσω
και να υπερασπίσω όπως αυτές
τα παιδιά που δεν είναι σάρκα της σάρκας μου.
Βοήθησέ με να πετύχω για καθένα
απ’ τα παιδιά μου τον στίχο μου τέλειο
και να σου αφήσω αυτή την άφωνη,
την πιο δυνατή μου μελωδία,
για όταν τα χείλη μου δεν θα τραγουδούν πια.
Δείξε μου τη δύναμη του Ευαγγελίου σου έγκαιρα,
ώστε να μην εγκαταλείψω τη μάχη της κάθε μέρας
και της κάθε ώρας για το σκοπό μου.
Δώσε στο δημοκρατικό σχολειό μου
τη λάμψη που σκορπίζεται
όταν τα ξυπόλυτα παιδιά μου τρέχουν.
Κάνε με δυνατή,
ακόμα και στη γυναικεία αδυναμία μου
και στη γυναικεία φτώχεια μου
κάνε με αδιαπέραστη σε ό,τι μπορεί
να μην είναι αγνό,
σε κάθε πίεση που δεν συντονίζεται
με τη θερμή θέλησή σου για τη ζωή μου.
(….)
Δώσε μου απλότητα και βάθος·
λύτρωσέ με απ’ το να είμαι
περίπλοκη ή κοινότυπη στο καθημερινό μου μάθημα.
Δώσε μου δύναμη να υψώσω τα μάτια
πάνω από το στήθος μου με τις πληγές,
μπαίνοντας κάθε πρωί στο σχολειό μου.
Να μη φέρνω στην έδρα μου τις υλικές μου ανησυχίες,
τις καθημερινές μικροαστικές θλίψεις μου.
Ελάφρυνε το χέρι μου στην τιμωρία
κι απάλυνέ το, ακόμα πιο πολύ στο χάδι.
Να μαλώνω με πόνο,
να ξέρω ότι έχω διορθώσει αγαπώντας!
Κάνε να γεμίσει με πνεύμα
το χτισμένο με τούβλα σχολειό μου.
Να τυλιχτεί με τη λάμψη του ενθουσιασμού μου
η φτωχή του αυλή, η γυμνή του αίθουσα.
Η καρδιά μου να είναι η κολώνα του
και η αγνή μου θέληση πιο δυνατή
από τις κολώνες και το χρυσάφι
των πλούσιων σχολείων.
Και, τέλος, θύμιζέ μου
από την ωχρότητα του καμβά του Βελάσκεθ,
ότι το να διδάσκεις
και ν’ αγαπάς παράφορα στη Γη
είναι να φτάνεις με τη λόγχη του Λογγίνου
στην καυτή πλευρά του έρωτα.
Λίγα λόγια για την ποιήτρια:
Η Γκαμπριέλα Μιστράλ, ήταν η πρώτη συγγραφέας της Λατινικής Αμερικής που τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1945.
Γεννήθηκε στις 7 Απριλίου του 1889 στο Ελκιουΐ της Χιλής και το πραγματικό της όνομα ήταν :
Λουσίλα ντε Μαρία ντελ Περπέτουο Σοκόρο Γοδόι Αλκαγιάγα
(Lucila de Maria del Perpetuo Socorro Godoy Alcayaga).
Λουσίλα ντε Μαρία ντελ Περπέτουο Σοκόρο Γοδόι Αλκαγιάγα
(Lucila de Maria del Perpetuo Socorro Godoy Alcayaga).
Ο πατέρας της, που ήταν δάσκαλος, εγκατέλειψε τη γυναίκα του και τις δύο κόρες του όταν η Μιστράλ ήταν τριών ετών. Η οικονομική κατάσταση της οικογένειάς της ήταν δύσκολη και χρειάστηκε από τα δεκαπέντε της να εργαστεί ως βοηθός δασκάλας για να συντηρήσει τον εαυτό της και τη μητέρα της. Εκπαιδευμένη από τη μεγαλύτερη αδελφή της που εργαζόταν ήδη ως δασκάλα, εργάστηκε σε πολλά σχολεία αγροτικών περιοχών και ξεχώρισε για την προσφορά της στην εκπαίδευση. Το 1918 διορίστηκε διευθύντρια Λυκείου στην Πούντα Αρένας και το 1921 διευθύντρια του πιο φημισμένου σχολείου θηλέων του Σαντιάγο.
Το 1922 η κυβέρνηση του Μεξικού την προσκάλεσε στο Μεξικό για να εργαστεί εκεί για την μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και την οργάνωση των σχολείων και των βιβλιοθηκών. Από εκεί ταξίδεψε στη Βόρειο Αμερική και στην Ευρώπη.
Το 1925 επέστρεψε στη Χιλή και συνταξιοδοτήθηκε πρόωρα από την εκπαίδευση. Το 1926 την προσκάλεσαν ως εκπρόσωπο της Λατινικής Αμερικής στο Μορφωτικό Τμήμα της Κοινωνίας των Εθνών. Από το 1926 ως το 1932 ζούσε μεταξύ Γαλλίας και Ιταλίας και ταξίδευε πολύ.
Τα πρώτα της ποιήματα, τα «Σονέτα θανάτου» (1914), τα έγραψε με αφορμή την αυτοκτονία του μνηστήρα της το 1909. Η συλλογή της χάρισε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό Juegos Florales στο Σαντιάγο. Ακολούθησαν οι συλλογές «Ερημιά» –εκδομένη από το Ινστιτούτο της Ισπανίας στη Νέα Υόρκη το 1922, όπου συγκεντρώθηκαν τα ποιήματα που είχε δημοσιεύσει ως τότε σε εφημερίδες και περιοδικά–, η συλλογή ποιημάτων για παιδιά «Τρυφερότητα» (1924), «Το ποίημα της Χιλής» (1967) κ.ά.
Το 1945 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας «για τη λυρική της ποίηση, που έκανε το όνομά της σύμβολο των ιδεαλιστικών τάσεων σε ολόκληρο τον κόσμο της Λατινικής Αμερικής». Το 1951 τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας της Χιλής. Η μορφή της απεικονίζεται στο χαρτονόμισμα των 5.000 πέσο. Ήταν δασκάλα του επίσης χιλιανού νομπελίστα Πάμπλο Νερούδα.
Η Γκαμπριέλα Μιστράλ πέθανε από καρκίνο στο πάγκρεας στις 10 Ιανουαρίου του 1957, στη Νέα Υόρκη, σε ηλικία 67 ετών.
Το συναίσθημα που κυριαρχεί στην ποίηση της Μιστράλ είναι η ανικανοποίητη επιθυμία για τη μητρότητα, η ζωηρή έκφραση του γυναικείου ενστίκτου και η συνηθισμένη στην ισπανική ποίηση βασανιστική οπτασία του θανάτου. Συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγάλων ισπανόφωνων ποιητών του 20ου αιώνα και συνετέλεσε τα μέγιστα στην ανάπτυξη της πνευματικής ενότητας του ισπανόφωνου κόσμου, της Hispanidad, όπως αποκλήθηκε.
Στα ελληνικά κυκλοφορεί μια ανθολογία ποιημάτων της από τον Pedro Lastra σε μετάφραση του Ρήγα Καππάτου με τίτλο .
Τα καλύτερα ποιήματά της (Εκάτη, 2008), ποιήματα στα οποία η φύση, ο έρωτας και η προδοσία, η αγάπη της μάνας, η θλίψη, η απόγνωση, η ανάκαμψη, η φροντίδα και η μέριμνα για το παιδί, η αναζήτηση της λατινοαμερικάνικης ταυτότητας είναι διαρκή θέματα που απασχολούν το ποιητικό υποκείμενο.
Τα καλύτερα ποιήματά της (Εκάτη, 2008), ποιήματα στα οποία η φύση, ο έρωτας και η προδοσία, η αγάπη της μάνας, η θλίψη, η απόγνωση, η ανάκαμψη, η φροντίδα και η μέριμνα για το παιδί, η αναζήτηση της λατινοαμερικάνικης ταυτότητας είναι διαρκή θέματα που απασχολούν το ποιητικό υποκείμενο.